Ralação - ορισμός. Τι είναι το Ralação
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Ralação - ορισμός


Ralo         
B) DIÂMETROS MÍNIMOS PARA RALOS SIFONADOS DN 75.
O ralo; Ralo protetor; Ralo Protetor
m.
Utensílio, o mesmo que "ralador"; crivo.
O fundo da peneira.
Lâmina, crivada de orifícios, por onde se escôa água e outros líquidos para os encanamentos subterrâneos.
Lâmina, com orifícios, que se adapta às portas, janelas, confessionários, etc., e através da qual se póde vêr de dentro o que se passa fóra sem se ser visto.
adj.
Pouco espêsso; raro: "o milho nasceu ralo". -- Relaciona-se com "raro". Neste sentido, não era desconhecido o lat. "rallus". Veja-se em Plauto a "ralla tunica".
m.
Insecto orthóptero, espécie de grillo, nocivo às raízes das plantas.
(Do b. lat. "rallus")
m.
Antiga embarcação indiana.
Ralador         
  •  Um ralador manual
O ralador é um utensílio culinário usado para ralar alguns alimentos, ou seja, dividi-los em pequenos pedaços ou partículas.
rala      
s.f. (-sXV cf. FichIVPM) m.q. 1
rolão ('trigo')
-etim regr. de 1 ralar ; ver 1 ral- ; f.hist. sXV rrara , 1559 rala -hom rala(fl.ralar)